Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

Δάσκαλε που(;) δίδασκες


Γράφει η Μαριλένα Μπουμπάρη
Και δωστου του κλάμα, και πάμε πάλι από την αρχή. Συγνώμη κύριε Θανάση μα δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να μεταφέρεις 10 μήλα, μετά να σου πέσουν τα 4 στο δρόμο και έπειτα να προσθέσεις 6 πορτοκάλια! Μου είναι αδύνατο να το συλλάβω και τέλος πάντων δεν ξέρω πόσα είναι πια τα φρούτα σου όλα μαζί. Ας πρόσεχες! Ας πρόσεχα κι εγώ λίγο παραπάνω την ώρα των μαθηματικών και τώρα το προβλήματά μου να ήταν πολύ μικρότερα από φρουτοπροσθέσεις.


Το αυστηρό χτύπημα στο τραπέζι μου έκρουε για λίγο τον κώδωνα, ξυπνούσα παροδικά, μα έπειτα έπεφτα πάλι στο λήθαργο. «Κούτσουρο θα μείνεις » έσκουζε ο πατέρας, μα το μόνο που πετύχαινε ήταν δύο ολοστρόγγυλα δάκρυα να αποχαιρετούν με θλιβερή ευχαρίστηση τα μάτια μου και να λερώνουν το τρομερό πρόβλημα του κυρ-Θανάση του μανάβη. Τώρα πια τα γράμματα είχαν σβηστεί απ’ τους λυγμούς μου και έτρεχα στην τρυφερή αγκαλιά της μαμάς. Τούβλα και κούτσουρα είχαμε μεταμφιεστεί τις απόκριες εκείνης της σχολικής χρονιάς. Και γελάσαμε, μας φάνηκε τόσο αστείο. Όλοι άλλωστε είχαμε γευτεί να μας το ξεστομίζουν με αγανάκτηση κάποια στιγμή.

Και τώρα δα, ακόμα γελώ που το σκέφτομαι. Οι συναρτήσεις μου προκαλούν ίλιγγο, χάνω τα λογικά μου. Ένοχη, ομολογώ. Γελώ με πίκρα πια. Κούτσουρα, αγαπητοί μου δάσκαλοι, αυτό είμαστε και τώρα. Μα τουλάχιστον περιφερόμαστε στα Πανεπιστήμια, προσθέσαμε πρέπουσες φορεσιές και κυκλοφορούμε με ύφος καρδιναλίων, σαν όμοιος μας να μην υπάρχει πια.


Κάπου λοξοδρομήσαμε, δεν κατηγορώ εσάς, εμάς αναθεματίζω. Γιατί πέρα από την άτυχη, καταδικασμένη, ασφαλώς προβληματισμένη γενιά, είμαστε επίσης και η τερατώδης γενιά των κόμπλεξ, των θέλω μα δε μπορώ, των άστο για αύριο, των τραβάτε με κι ας κλαίω. Η επιφανειακή εκείνη νεολαία που τη ρούφηξε η προπαγάνδα και την ξέρασε η μαζοποίηση.

Γίνομαι άδικη; Ίσως. Μιλώ όμως εκ του ασφαλούς. Μιλώ για μένα και για σένα. Μιλώ πίσω από την οθόνη, μακριά από τον φόβο της δικής σου επίκρισης, πέρα από τη δομημένη, σταθερή και εκλογικευμένη γνώμη σου. Μιλώ αυθόρμητα γιατί φοβάμαι. Φοβάμαι πως κι εσύ σκέφτεσαι το ίδιο! Κι αν είναι έτσι, τότε ποιος θα μας τραβήξει εμπρός;

Μα μη τρέμεις φίλε μου, τουλάχιστον σε ανάθρεψαν σωστά. Είχες ένα χέρι να πιαστείς, έναν ώμο να στηριχθείς. Δε χρειαζόταν ν’ αρέσεις ούτε ν’ ακολουθείσαι από καμιά τρέντι καρικατούρα του όχλου’ τη μια να τη μισείς, την άλλη να μάχεσαι να της μοιάσεις διακαώς. Τα πλήκτρα βλέπεις, του σήμερα δεν κάνουν για φίλοι, είναι χέρια δανεικά, χέρια άλλα, ξένα. Μη βασίζεσαι σε τούτα δω, θα σου φαν τη ζωή.



Αγανάκτηση! Αυτό με τρώει καλοί μου δάσκαλοι. Μορφωθήκαμε τόσο που κλείσαμε τα μάτια μας, ενημερωθήκαμε τόσο που βουλώσαμε τα αυτιά μας, ενδιαφερθήκαμε τόσο που ξεχάσαμε να είμαστε άνθρωποι. Γιατί τα λέω σε σας; Μα γιατί είστε όσα έχω! Γιατί εσείς δρομολογήσατε τη σκέψη μου εδώ, και τούτο δεν έχει ούτε μια τόση δα στάλα κατηγορίας, πιστέψτε με. Σας θαυμάζω που μας μάθατε να σκεφτόμαστε, γιατί σκέψη δεν υπάρχει πια. Σας κατηγορώ τόσο δα λιγάκι που δε μας προφυλάξατε από το κακό που μας επιφύλαττε ο καιρός. Ξέρατε μήπως κι εσείς!

Αχ! Αγαπητοί μου δάσκαλοι, δε φταίτε εσείς. Απλώς χαθήκαμε στα γαλάζια νερά της επιφάνειας – ο βυθός είναι πάντα πιο τρομακτικός. Φορτώσαμε τα τρεμάμενα πόδια μας με τόσα κόμπλεξ, τόσους φόβους και κακεντρέχειες που άλλο δε βαστούν.

Σταματώ εδώ, σε κανέναν δεν αρέσουν οι πλατειάσεις και τα μακρόσυρτα κείμενα. Γίνονται κουραστικά, άσχημα, μοιάζουν κακοραμμένα. Κάνω τώρα ορθογραφικά, ξέχασα τους κανόνες που με κόπο μου μάθατε. Συγχωρέστε με αν το ύφος μου δείχνει επιτακτικό, ίσως δηκτικό, είμαι κι εγώ πιασμένη σε τούτο το χορό της παραζάλης.

Κάπου χωλαίνει η παιδεία, αυτό είναι δεδομένο. Οι σκέψεις μου ωχριούν μπροστά στα σκευάσματα που μας ετοιμάζουν οι «αρμόδιοι». Δεν έχω άλλο πια να πω, παρά μόνο τούτο: Αχ! Καλοί μου δάσκαλοι, αποφοίτησα κι εγώ… κι έγινα δασκάλα!
antikleidi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου