Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

H Ανακοίνωση της ΔΑΚΕ για τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας Σχολικών Μονάδων

 


ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΚΙΝΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Ξενοφώντος 15Α |10551 Αθήνα

www.dakepe.gr | info@dakepe.gr  

 

15/03/2021

Ανακοίνωση για τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας

Σε υλοποίηση του άρθρου 37 του Ν.4692/2020 στο οποίο προβλέπεται πως «από το σχολικό έτος 2020-2021 και εφεξής, κάθε σχολική μονάδα οφείλει να έχει εγκεκριμένο εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας στον οποίο αναφέρονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία της», δημοσιεύτηκε σε Φ.Ε.Κ. η Υπουργική Απόφαση 13423/ΓΔ4/04-02-2021 η οποία προβλέπει, ανάμεσα σε άλλα, τις λεπτομέρειες για τον σκοπό, τη διαδικασία σύνταξης και έγκρισής του καθώς και το περιεχόμενο με τους κεντρικούς άξονες που πρέπει να περιλαμβάνει, ενώ, παράλληλα, δόθηκαν στη δημοσιότητα από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής και οι ενδεικτικοί εσωτερικοί κανονισμοί λειτουργίας για το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο.

   Σε ανακοίνωσή μας στις 27/04/2020, όταν είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση ως σχέδιο νόμου ο, μετέπειτα, Ν.4692/2020 αναφέραμε για το θέμα του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας των σχολικών μονάδων πως «κάθε σχολική μονάδα από την επόμενη σχολική χρονιά οφείλει να έχει εγκεκριμένο εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, μέτρο που σε μια πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό. Και μπορεί να αποδειχθεί θετικό, αφού πρόκειται για εσωτερικό κανονισμό σχολικής μονάδας, αν κυρίαρχο ρόλο στη σύνταξη και την ευθύνη τήρησής του έχει ο Σύλλογος Διδασκόντων του κάθε Σχολείου, κάτι το οποίο δεν ισχύει με τον τρόπο με τον οποίο εισάγεται η ρύθμιση στο παρόν νομοσχέδιο». Δυστυχώς, στην Υ.Α. που εκδόθηκε δεν λήφθηκαν υπόψη οι προβληματισμοί  που είχαν αναπτυχθεί και οι αιτιολογημένες αντιρρήσεις που είχαν επισημανθεί με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να υφίστανται σοβαρά ζητήματα στη φιλοσοφία και το περιεχόμενο του εσωτερικού κανονισμού, ενώ αντίστοιχα θέματα υπάρχουν και στους ενδεικτικούς κανονισμούς που εξέδωσε το Ι.Ε.Π. Πιο συγκεκριμένα:

Ø  Ενώ πρόκειται για εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας σχολικής μονάδας και για τον οποίο θα περίμενε κανείς τον πρωτεύοντα και κυρίαρχο ρόλο και λόγο να έχει ο Σύλλογος Διδασκόντων του Σχολείου, εντούτοις, στη διαμόρφωσή του συμμετέχει το σύνολο των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων, που, ενδεχόμενα, σε μικρές σχετικά σχολικές μονάδες (που αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι των σχολικών μονάδων στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπως τα νηπιαγωγεία και τα ολιγοθέσια δημοτικά σχολεία) να υπερτερούν αριθμητικά του συλλόγου διδασκόντων και, κατά συνέπεια, να είναι αυτοί ο καθοριστικός παράγοντας στην τελική διαμόρφωση και όχι ο Σύλλογος Διδασκόντων, καθιστώντας τελικά τον κανονισμό... «εξωτερικό»!

Ø  Αδυνατούμε να αντιληφθούμε την αναγκαιότητα, τη χρησιμότητα και τη σκοπιμότητα της υποχρεωτικής (μιας και ρητά αναφέρεται πως ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας «πρέπει να επικαιροποιείται σε τακτά χρονικά διαστήματα… έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνει νέες νομοθετικές ρυθμίσεις») ένταξης και αναγραφής σε αυτόν θεμάτων που προβλέπονται και ρυθμίζονται με σαφήνεια από την κείμενη νομοθεσία και αποτελούν αντικείμενο απόφασης άλλων οργάνων της Πολιτείας ή/και των σχολικών μονάδων.

Ø  Σε πολλά σημεία τόσο της Υπουργικής Απόφασης όσο και των ενδεικτικών κανονισμών που εξέδωσε το Ι.Ε.Π. υπάρχουν προβλέψεις και προτάσεις που εκτιμούμε ότι έρχονται σε φανερή και σαφή αντίθεση με την παιδαγωγική, πρώτιστα, προσέγγιση που πρέπει να διέπει τον κανονισμό που αφορά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση όσο και την εκπαιδευτική πραγματικότητα που βιώνουμε στις σχολικές μονάδες. Συγκεκριμένα:

o   Θεωρούμε παιδαγωγικά ανεπίτρεπτη την αναφορά και την αντίληψη που υποκρύπτεται, ιδιαίτερα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, πως «αποκλίσεις των μαθητών από τη δημοκρατική συμπεριφορά, τους κανόνες του σχολείου, τους όρους της ισότιμης συμμετοχής στη ζωή του Σχολείου, από τον οφειλόμενο σεβασμό στον/στην εκπαιδευτικό, στη σχολική περιουσία, στον συμμαθητή/τη συμμαθήτρια, πρέπει να θεωρούνται σχολικά παραπτώματα. Τα σχολικά παραπτώματα θα αντιμετωπίζονται από το σχολείο, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και με γνώμονα την αρχή ότι η κατασταλτική αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων πρέπει να είναι η τελευταία επιλογή, χωρίς όμως να αποκλείεται ως παιδαγωγικό μέτρο». Μπορεί αυτή η θεώρηση να ταιριάζει στο «νομικό επιστημονικό» υπόβαθρο και θέαση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, είναι όμως εντελώς αναποτελεσματική, αναχρονιστική και παιδαγωγικά αντιεπιστημονική όταν απέναντί μας έχουμε παιδιά ηλικίας από 4-12 ετών!

o   Εξίσου αναποτελεσματική και εξόχως προβληματική θεωρούμε για τους μαθητές στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση την αντίληψη πως «Φθορές, ζημιές και κακή χρήση της περιουσίας του Σχολείου αποδυναμώνουν τις εκπαιδευτικές δυνατότητές του και παιδαγωγικά εθίζουν τον μαθητή/τη μαθήτρια στην αντίληψη της απαξίωσης της δημόσιας περιουσίας. Μαθητής/Μαθήτρια που προκαλεί φθορά στην περιουσία του Σχολείου, ελέγχεται για τη συμπεριφορά αυτή και η δαπάνη αποκατάστασης βαρύνει τον κηδεμόνα του ή τον ίδιο».

o   Εξίσου, εκτός νοοτροπίας όλων των εκπαιδευτικών και της σχολικής πραγματικότητας, ειδικά για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και μαθητές των μικρότερων ηλικιών θεωρούμε τη ρύθμιση, η οποία έχει ενταχθεί και στον ενδεικτικό κανονισμό, που προβλέπει πως «μαθητές που προσέρχονται με καθυστέρηση παραμένουν σε καθορισμένο, εκ των προτέρων, χώρο στο Σχολείο και εισέρχονται στην τάξη τους, μετά την ολοκλήρωση της τρέχουσας διδακτικής ώρας».

Ø  Πρέπει να επισημάνουμε ότι σε πολλά σημεία του κανονισμού αποτυπώνονται είτε θεάσεις και προθέσεις της εφαρμοζόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής που έχουν αρνητική αποτύπωση στο όραμα του δημόσιου σχολείου που προτάσσει η σύγχρονη παιδαγωγική και υπηρετούμε ως εκπαιδευτικοί είτε προτείνονται ρυθμίσεις που κάνουν φανερό ότι οι «εμπνευστές» τους είναι μακριά από την ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα. Ενδεικτικά επισημαίνουμε:

o   την παντελή απουσία αναφοράς του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων που έχει, ως συλλογικό όργανο, αποφασιστική εμπλοκή, παιδαγωγική και διδακτική, στην ίδια τη λειτουργία του Σχολείου τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού όσο και σε επίπεδο εφαρμογής του.

o   την ατυχή πρόταξη του ρόλου του Σχολικού Συμβουλίου που «συμβάλλει στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της σχολικής  μονάδας».

o   την μη αναφορά στην υποχρέωση και τις ευθύνες των Δήμων όσον αφορά στον προληπτικό, τακτικό και ενδελεχή έλεγχο και συμμόρφωση των σχολικών κτηρίων στις προβλέψεις των κείμενων διατάξεων (στατικότητας - σεισμικής αντοχής, πυρόσβεσης κ.α.) που θα συνοδεύεται από την έκδοση αντίστοιχων πιστοποιητικών καταλληλότητας.

o   τη θεώρηση πως η αναστοχαστική λειτουργία του μαθητή που προκύπτει από την ενασχόλησή του με την κατ’ οίκο εργασία επιβλέπεται από τον γονέα.

Ø  Επίσης, θεωρούμε, δηλωτική των προθέσεων της πολιτικής ηγεσίας και των αντιλήψεων της για τη συνολική εκπαιδευτική και συνεργατική λειτουργία στο πλαίσιο της σχολικής μονάδας την υπαγωγή της «διασφάλισης της εφαρμογής του σχολικού κανονισμού» ως δείκτη στον θεματικό άξονα «Ηγεσία – Οργάνωση και διοίκηση της σχολικής μονάδας» σε μια λογική αυστηρού ιεραρχικού ελέγχου και εξωτερικής λογοδοσίας αντί να κυριαρχεί η παιδαγωγική προσέγγιση της εκπαιδευτικής πράξης και λειτουργίας.

Ως Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.) εκτιμούμε πως η σύνταξη από τον Σύλλογο Διδασκόντων και η τήρηση ενός εσωτερικού κανονισμού στις σχολικές μονάδες της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, που θα βασίζεται στις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις, απαλλαγμένου από οπισθοδρομικές λογικές ξεπερασμένες προσεγγίσεις όπως αυτές των «αποκλίσεων» και της «κατασταλτικής αντιμετώπισης» και της ασφυκτικής εφαρμογής σε μια λογική «μεζούρας» και λογοδοσίας, θα συμβάλλει στην προαγωγή κλίματος συνεργασίας και συνεργειών σε κάθε σχολική μονάδα που θα υπηρετεί τον κυρίαρχο ρόλο του σχολείου ως κοινότητα μάθησης. Εκτιμούμε πως υπάρχει η δυνατότητα, σε όσες σχολικές μονάδες, έχουν συνταχθεί ήδη κανονισμοί, να διατηρηθούν σε ισχύ μέχρι το τέλος της φετινής σχολικής χρονιάς. Στις περιπτώσεις που δεν έχει γίνει, θα πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να δώσει τη δυνατότητα αναβολής, εξαιτίας της πανδημίας και της συνεχούς διατάραξης της ομαλής εκπαιδευτικής διαδικασίας, ώστε να συνταχθεί και να εφαρμοστεί από την επόμενη σχολική χρονιά με την προϋπόθεση ότι θα πρέπει, στο ενδιάμεσο, να γίνουν οι αλλαγές, που αναφέραμε παραπάνω, στο πλαίσιο ενός ειλικρινούς διαλόγου του Υπουργείου Παιδείας με την Ομοσπονδία.

Ως Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.)  πιστεύουμε ότι κανένα θέμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξετάζεται αποκομμένο από την εκπαιδευτική πραγματικότητα και τη χρονική συγκυρία στην οποία καλούμαστε ως εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης να λειτουργήσουμε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το δημόσιο σχολείο που όλοι υπηρετούμε και θέλουμε να βελτιώσουμε είναι το «κουτσουρεμένο» σχολείο των πολιτικών επιλογών του ΣΥΡΙΖΑ, που δημιουργήθηκε, εν πολλοίς, από τις Υπουργικές Αποφάσεις του κ. Φίλη και το Π.Δ.79/2017 του κ. Γαβρόγλου.

Κατά την εκτίμησή μας, κυρίαρχη στόχευση έπρεπε να είναι, ανάμεσα σε άλλα, η ριζική αλλαγή του συγκεκριμένου Π.Δ., η θέσπιση ολοήμερου νηπιαγωγείου και δημοτικού σχολείου σύμφωνα με τις θέσεις, τα οράματα και τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων του Κλάδου, η επαναφορά του Υπεύθυνου Ολοήμερου, οι αλλαγές στις δομές στήριξης του εκπαιδευτικού έργου και η πλήρης στελέχωση των δομών αυτών με το απαραίτητο προσωπικό για να μπορούν απρόσκοπτα να υπηρετήσουν τον υποστηρικτικό, προς τη σχολική κοινότητα και εκπαιδευτική διαδικασία, ρόλο και η επαναφορά συστηματικών μορφών επιμόρφωσης για όλους τους εκπαιδευτικούς.

Συνεχίζουμε ενωτικά και δυναμικά με οδηγό μας τις τεκμηριωμένες θέσεις της παράταξης και της Δ.Ο.Ε., υπερασπιζόμενοι το Δημόσιο Σχολείο.

 

Από τη Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου