Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022

Ανακοίνωση της ΔΑΚΕ για μέντορες-ενδοσχολικούς συντονιστές

 


Αθήνα, 13/09/2022

Όμιλοι, μέντορες, ενδοσχολικοί συντονιστές...

Εύηχες «κενο…τομίες» του Υπουργείου Παιδείας στο πλαίσιο εφαρμογής της «αξιολόγησης» του Ν.4823/21 και της αποψίλωσης του δημόσιου σχολείου

Η σπουδή με την οποία η πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ. σπεύδει, πριν καν διασφαλίσει, ως οφείλει, την ομαλή λειτουργία των σχολείων για το νέο σχολικό έτος, να υλοποιήσει τις προβλέψεις του, καταδικασμένου από την εκπαιδευτική κοινότητα, Ν.4823/21 αποκαλύπτει πολύ καθαρά ότι επιλέγει, εμμονικά, να μη λάβει υπόψη της τα συντριπτικά δεδομένα που δημιουργεί η ηχηρή άρνηση των εκπαιδευτικών να εφαρμόσουν τη, διαλυτική για το δημόσιο σχολείο «αξιολόγηση των σχολικών μονάδων» κατά την προηγούμενη σχολική χρονιά.

Έχοντας πλήρη επίγνωση ότι η εφαρμογή των νόμων 4692/20 και 4823/21 θα έχει επιζήμια για το δημόσιο σχολείο αποτελέσματα, ακολουθεί την προσφιλή της τακτική της παραπλάνησης της κοινής γνώμης. Δημιουργεί μια εικονική πραγματικότητα εύηχων «κενο…τομιών» η οποία μπορεί πρόσκαιρα να ξεγελάει όσους δεν γνωρίζουν. Υπό τον μανδύα της «αναβάθμισης του σχολείου, ενδυνάμωσης των εκπαιδευτικών κλπ.» ξεκινά την εφαρμογή στα σχολεία, τριών «νέων», βαρύγδουπων θεσμών. Εκπαιδευτικοί όμιλοι, μέντορες και ενδοσχολικοί συντονιστές επιστρατεύονται, ως «προπέτασμα καπνού», για να αποκρύψουν από τους γονείς και την κοινωνία γενικότερα τη σκληρή πραγματικότητα που δεν είναι άλλη από τη μεθοδική και σε κάθε της βήμα μελετημένη, σταδιακή απαξίωση και υποβάθμιση του δημόσιου αγαθού της Παιδείας που θα έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίησή του.

Η εφαρμογή των παραπάνω, συνδεδεμένων άμεσα με την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, θεσμών, πραγματοποιείται  με τρόπο που σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλει στην ουσιαστική στήριξη των εκπαιδευτικών (και συνακόλουθα των σχολείων), αφού, ανάμεσα στα άλλα, δεν περιλαμβάνει πολύ μεγάλο αριθμό νέων εκπαιδευτικών εξ αιτίας του γεγονότος της εξαίρεσης από την εφαρμογή των μικρότερων από 6/θέσια σχολείων, δεν λαμβάνει υπόψη της ότι σε πληθώρα περιπτώσεων οι νέοι συνάδελφοι είναι εφοδιασμένοι με πλήθος τυπικών επιστημονικών προσόντων κάτι που ενδέχεται να μη συμβαίνει με αυτούς που θα αναλάβουν τη «στήριξή τους» (επομένως δεν υπάρχει κανένα νόημα στην τυπική και γραφειοκρατική αυτή διαδικασία) και αγνοεί το γεγονός ότι ακόμη και αυτή η κατοχή τυπικών προσόντων δεν αποτελεί εχέγγυο ικανότητας άσκησης του έργου του μέντορα και του συντονιστή, κάτι που μόνο με εξειδικευμένη επιμόρφωση μπορεί να επιτευχθεί…

Ο τρόπος με τον οποίο επιλέγονται-ορίζονται μέντορες και ενδοσχολικοί συντονιστές, αποκλειστικά από τη διεύθυνση της σχολικής μονάδας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις σχηματισμού μιας ιδιότυπης «ηγετικής ομάδας» και θέτει σε δεύτερη μοίρα τον απαραίτητα κομβικό ρόλο του Συλλόγου Διδασκόντων ως κυρίαρχο όργανο διοίκησης της σχολικής μονάδας (σύμφωνα με την μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία) καθώς και τον ρόλο στη στήριξη του συνόλου των εκπαιδευτικών της σχολικής μονάδας, του Διευθυντή/Προϊσταμένου-ης της και του Συμβούλου Εκπαίδευσης που περιγράφεται με σαφήνεια στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά τους.

Το εγχείρημα της πολιτικής ηγεσίας του Υ.ΠΑΙ.Θ. εντάσσεται στη θεώρηση που μέχρι τώρα ακολουθεί ευλαβικά και αποτυπώνεται ξεκάθαρα ως φιλοσοφία αλλά και εφαρμοζόμενη εκπαιδευτική πολιτική σε όλα τα νομοθετήματα που έχει ψηφίσει τα οποία διαπνέονται από αποστροφή προς κάθε συλλογική δραστηριότητα και συνεργασία (όπως αυτή αποτυπώνεται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του Συλλόγου Διδασκόντων) και  ενίσχυση της ατομικότητας ως κυρίαρχου παράγοντα επαγγελματικής εξέλιξης στο σχολικό περιβάλλον. Είναι ξεκάθαρο πως το παιδαγωγικό και συνεργατικό κλίμα που είναι απαραίτητο να επικρατεί σε κάθε σχολική μονάδα τίθεται υπό αμφισβήτηση.

Ταυτόχρονα, τίθεται στον πυρήνα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού η θεσμοθέτηση ενός νέου διοικητικού μοντέλου που προτάσσει και ενισχύει τα μονοπρόσωπα όργανα και υιοθετεί το πάντρεμα «διοικητισμού» και λογοδοσίας, μακριά από το συνολικό πρόταγμα που ως εκπαιδευτικοί έχουμε για το σχολείο που θέλουμε και οραματιζόμαστε με κυρίαρχο τον παιδαγωγικό προσανατολισμό για μια ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών μας σε ένα περιβάλλον συνεργασίας και αλληλεγγύης. Οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις αποτελούν μέρος ενός δυσλειτουργικού μοντέλου, που δεν υποστηρίζει το σύνολο των εκπαιδευτικών της χώρας (μιας και εισάγει περιορισμούς στην εφαρμογή) και οδηγεί σε εντατικοποίηση της εκτός διδακτικού ωραρίου εργασίας και ενίσχυση της γραφειοκρατίας (με τους επιπλέον προγραμματισμούς και  τελικές εκθέσεις που πρέπει να υποβάλλονται).

Αυτό που είναι πραγματικά επικίνδυνο και βαθιά υποτιμητικό για τους εκπαιδευτικούς, είναι ότι προκειμένου να… ξεχάσουν την όλη παιδαγωγική στρέβλωση επιχειρεί η ηγεσία να τους «δελεάσει» (προσφιλής, δυστυχώς και αυτή, τακτική της πολιτικής ηγεσίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.) με το τάξιμο της πριμοδότησής τους στην ατομική τους αξιολόγηση. Για την πολιτική ηγεσία που η σχέση της με την παιδαγωγική αξιολόγηση είναι ανύπαρκτη και που (αφενός επειδή τυγχάνει αδαής αφετέρου επειδή αντιμετωπίζει την εκπαίδευση ως εμπορεύσιμο προϊόν) η μόνη «αξιολόγηση» που αντιλαμβάνεται έχει να κάνει με «κουτάκια», αποστειρωμένες παιδαγωγικά μετρήσεις και «αγοραία» κίνητρα, αυτό είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Το πώς όμως ένας εκπαιδευτικός μπορεί να δει τον εαυτό του ως ψηφίδα αυτής της αποκαρδιωτικής εικόνας είναι κάτι εξαιρετικά ανησυχητικό και χρειάζεται η άνθιση της συλλογικής αντίληψης και του παιδαγωγικού οράματος για να το γιατρέψει.

Ως Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και πάνω απ’ όλα ως παιδαγωγοί, εκφράζουμε, τεκμηριωμένα, την αντίθεσή μας στις εφαρμοζόμενες, αναποτελεσματικές επιλογές της πολιτικής ηγεσίας. Οι εκπαιδευτικοί δεν θα επιλέξουν να αποτελέσουν τα πιόνια της σε ένα ολέθριο για τη δημόσια εκπαίδευση παιχνίδι. Θα προασπίσουν την επιστημονική και δημοκρατική λειτουργία των σχολείων.

Καλούμε την πολιτική ηγεσία να αποσύρει τις διατάξεις αυτές και να συζητήσει με τα θεσμοθετημένα όργανα των εκπαιδευτικών, στο πλαίσιο ενός γνήσιου και εποικοδομητικού, χωρίς προαπαιτούμενα, διαλόγου το σύνολο ουσιαστικών και αποτελεσματικών μέτρων στήριξης της εκπαιδευτικής κοινότητας στο έργο της που θα έχουν στον πυρήνα τους την παιδαγωγική προσέγγιση για την ολόπλευρη ανάπτυξη των μαθητών. Αυτό το πρόταγμα πρέπει να αποτελεί τον πυρήνα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού και των μέτρων ενίσχυσης και αναβάθμισης της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Από τη Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου