Αξιολόγηση δασκάλων – καθηγητών; Ναι, αλλά με κάποια κριτήρια;
Γράφει: Μαρία Παπουτσάκη
Άμεσα και χωρίς περιστροφές οι
συνδικαλιστικές ηγεσίες των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είπαν όχι στη συμπλήρωση ερωτηματολογίου για
την έναρξη της διαδικασίας της αξιολόγησης.
Σαν έτοιμοι από καιρό οι εκπαιδευτικοί, απάντησαν στο «ηλεκτρονικό»
ερωτηματολόγιο, αυτό που ανέμεναν όλοι: «Δεν θα συμμετάσχουμε στη
«δήθεν» διαμόρφωση του πλαισίου αξιολόγησης γιατί, με την πράξη αυτή, το
υπουργείο Παιδείας προσπαθεί να εξασφαλίσει συναίνεση στη βάρβαρη
πολιτική των Μνημονίων». Δηλαδή πιο απλά : «Δεν θέλουμε, αλλά και δεν
σας πιστεύουμε….»
Ετσι, για άλλη μια φορά βρισκόμαστε «προ των πυλών» μιας «εμφύλιας
σύρραξης» εκπαιδευτικών-υπουργείου Παιδείας, με αφορμή –και πάλι- την
αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και του εκπαιδευτικού. Γιατί, εδώ και
δεκαετίες, αυτό το «έργο» παίζεται συχνά-πυκνά με διάφορες μορφές.
Το «σήριαλ» άρχισε μετά την κατάργηση του θεσμού του
επιθεωρητή-μπαμπούλα το 1981. Από τότε μέχρι σήμερα, όμως ,έχει τρέξει
πολύ νερό στ΄αυλάκι της Εκπαίδευσης, αλλά οι νοοτροπίες παραμένουν
ίδιες. Κάθε απόπειρα εφαρμογής ολοκληρωμένου συστήματος αξιολόγησης πνίγηκε εν τη γενέσει της. Κι, όμως, όλα αυτά έχουν την εξήγηση τους.
Η Πολιτεία, από τη μία πλευρά , έχει δείξει ότι θέλει με κάθε μέσο
και –ενδεχομένως- χωρίς αξιοκρατία, το σφίξιμο της στρόφιγγας τόσο σε
υλικούς όσο και σε ανθρώπινους πόρους σε όλους τους τομείς και, φυσικά,
στην Εκπαίδευση και τους λειτουργούς της. Τα τελευταία χρόνια της
λιτότητας , το μόνο που κάνει είναι να «θερίζει » αδιακρίτως,
δημιουργώντας , όχι υπόνοιες, αλλά τη βεβαιότητα στους
εκπαιδευτικούς-και γενικότερα στους πολίτες αυτής της χώρας- ότι δεν
υπάρχει συνέπεια, προσανατολισμός, όραμα και σταθερότητα στις
επιδιώξεις.
Σ΄αυτό το «ασταθές» περιβάλλον, επιδρά καταλυτικά η οικονομική
κρίση. Και έτσι φούντωσαν η καχυποψία και η ανασφάλεια, με αποτέλεσμα να
δέσουν οι καρποί της ανάφλεξης ευαίσθητων χώρων, όπως είναι η
Εκπαίδευση.
Από την άλλη πλευρά οι εκπαιδευτικοί, που έχουν όλα τα παραπάνω στο
πίσω-αν όχι και στο μπροστινό- μέρος του εγκεφάλου τους, αρνούνται να
συμμετάσχουν σε μια διαδικασία, η οποία όμως είναι αυτονόητη και
εφαρμόζεται εδώ και χρόνια σε πολλές χώρες. (Εκεί, όμως, η αξιολόγηση
εφαρμόζεται με κανόνες, νόμους και συνέπεια).
Η ευθύνη των εκπαιδευτικών είναι μεγάλη, γιατί θέλουν να αγνοούν ότι η πραγματικότητα είναι, πλέον αμείλικτη.
Σε μια κοινωνία που «εξελίσσεται» σε κοινωνία απόλυτων επιλογών, σε
μια κοινωνία που όλοι πλέον περνούν από πολλά και ποικίλα στάδια
αξιολόγησης για να επιβιώσουν, αυτοί αρνούνται το αδιαμφισβήτητο και το
αυτονόητο.
Δεν μπορεί, όμως, να προχωρήσει τίποτα- πολύ περισσότερο η
Εκπαίδευση- αν δεν υπάρχει αξιολόγηση. Γιατί, χωρίς αυτή, δεν υπάρχει
εξέλιξη, βελτίωση , διόρθωση.
Συγχρόνως, δεν μπορεί να μην υπάρχουν κίνητρα. Ατομικά, συλλογικά,
πάσης φύσεως. Δεν μπορεί να μην υπάρχει αριστεία, άμιλλα, υγιής
ανταγωνισμός, επιβράβευση.
Οι κίνδυνοι, βεβαίως, που ελλοχεύουν για την καθιέρωση σταθερού και αξιόπιστου συστήματος αξιολόγησης , είναι πολλοί.
Σε μια κοινωνία που θριάμβευσε –και ενδεχομένως θριαμβεύει ακόμη, σε
ορισμένες περιπτώσεις- στο πεδίο των διακρίσεων πάσης φύσεως, πώς να σε πιστέψουν ότι θα θεσπίσεις κριτήρια αξιοπιστίας και αξιοκρατίας ; Αλλά και πώς να προχωρήσεις όταν συνεχώς μεταβάλλονται οι στόχοι και οι τρόποι προσέγγισής τους ;
Σε μια κοινωνία που χωρίζεται σε ζώνες ευμάρειας και απόλυτης
φτώχειας, σε σχολεία της οικονομικής ελίτ και σε σχολεία των λεγομένων
υποβαθμισμένων οικονομικά περιφερειών, που τα χωρίζει άβυσσος, πώς να
θεσπίσεις κριτήρια αξιολόγησης δίκαια και προσαρμοσμένα στις
ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής; Αυτό είναι το πιο δύσκολο, αλλά και το
πιο αναγκαίο.
Βεβαίως, το σχέδιο αξιολόγησης θα καταρτισθεί, τελικά, με τον έναν ή
τον άλλο τρόπο , αλλά ,φοβούμαι, πως η προσπάθεια είναι
καταδικασμένη να αποτύχει στην εφαρμογή της.
Κι αυτό θα συμβεί, γιατί έχει κοπεί ο ομφάλιος λώρος της σχέσης
εμπιστοσύνης που πρέπει να συνδέει τους 150.000 εκπαιδευτικούς της
Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης με τα κέντρα λήψης
αποφάσεων.
Όσο οι κανόνες σ΄αυτό τον τόπο συνεχώς μεταβάλλονται-άρα δεν
υπάρχουν- τόσο το τοπίο θα παραμένει θολό και οι «ανταρσίες», τύπου ΟΛΜΕ
και ΔΟΕ ,θα ευδοκιμούν. Τα προβλήματα θα επιμένουν, οι προθέσεις,
(ακόμη και οι καλύτερες) , θα ναυαγούν, η χώρα θα πηγαίνει συνεχώς πίσω
και τα πιο αναγκαία μέτρα θα περιφρονούνται.
Ίσως για όλα αυτά και για πολλά-πολλά άλλα ακόμη, το υπουργείο
Παιδείας έχει την ευθύνη πρώτ΄απ΄όλα να επιδείξει την μεγαλύτερη
επιμονή σε μια πολιτική ανοιχτών σχέσεων, εντιμότητας, σταθερότητας και
ειλικρίνειας.
Και βεβαίως, ακόμη υπάρχουν οι δυνατότητες. Γιατί δεν πρέπει να
ξεχνούμε ότι έχει το μαχαίρι, αλλά έχει και το πεπόνι κι ας μην είναι
πλέον ολόκληρο….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου