Να καταργηθεί η προμήθεια των τραπεζών για τη χρήση πιστωτικών καρτών, λένε οι καταστηματάρχες, αφού η εφαρμογή του μέτρου πλήττει τις μικροεπιχειρήσεις τους.
Γιώργος Α. Κορομηλάς
Πρόεδρος Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών
Οι φορολογούμενοι που δικαιούνται μείωση φόρου (έμμεσο αφορολόγητο), δηλαδή οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, με κάποιες ρητές εξαιρέσεις, υποχρεούνται από την 1.1.2017 να πραγματοποιούν δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών στη χώρα μας ή σε κράτη-μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. οι οποίες θα εξοφλούνται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής (χρεωστικές, πιστωτικές και προπληρωμένες κάρτες, ηλεκτρονικό πορτοφόλι, λογαριασμό πληρωμών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών κ.λπ.).
Το ελάχιστο ποσό αποδείξεων προσδιορίζεται προοδευτικά σύμφωνα με το φορολογητέο εισόδημα σε ποσοστό 10% για εισόδημα μέχρι 10.000 ευρώ, 15% για το ποσό του εισοδήματος πάνω από 10.000 έως 30.000 ευρώ και 20% για το ποσό του εισοδήματος πάνω από 30.000 ευρώ με ανώτατο ποσό απαιτούμενων αποδείξεων 30.000 ευρώ.
Στην περίπτωση κατά την οποία δεν καλυφθεί το απαιτούμενο ποσό, τότε ο φόρος εισοδήματος θα προσαυξηθεί με επιπλέον ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή συντελεστή φορολογίας 22% στη θετική διαφορά μεταξύ των απαιτούμενων και των πραγματοποιηθέντων (δηλωθέντων) δαπανών.
Αν λοιπόν για παράδειγμα φορολογούμενος με συνολικό εισόδημα από μισθωτή εργασία 17.000 ευρώ πραγματοποιήσει αγορές αγαθών και λήψεις υπηρεσιών με τη χρήση χρεωστικής κάρτας 1.500 ευρώ, ενώ υποχρεούται να πραγματοποιήσει 2.050 ευρώ (10.000 χ 10% πλέον 7.000 χ 15%), θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον φόρο εισοδήματος 121 ευρώ ((2.050-1.500) χ 22%).
Αντίστοιχες διατάξεις, χωρίς όμως την υποχρέωση εξόφλησης με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, υπήρχαν και στο πρόσφατο παρελθόν. Επειδή λοιπόν αυτές είχαν ερμηνευθεί με εγκυκλίους του υπουργού οικονομικών, η νέα εγκύκλιος δεν θα διαφοροποιείται σημαντικά και αναμένεται να διευκρινίζει ότι οι δαπάνες αυτές θα λογίζονται συνολικά και για τους δύο συζύγους και θα επιμερίζονται μεταξύ τους ανάλογα με το δηλούμενο και φορολογούμενο εισόδημα από μισθωτή εργασία - συντάξεις και αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Αν για παράδειγμα ο σύζυγος έχει ετήσιο εισόδημα από μισθωτή εργασία 12.000 ευρώ για το οποίο απαιτούνται δαπάνες 1.300 ευρώ, η σύζυγος έχει ετήσιο εισόδημα από μισθωτή εργασία 10.000 ευρώ για το οποίο απαιτούνται δαπάνες 1.000 ευρώ και οι συνολικές δαπάνες που πραγματοποίησε η οικογένεια είναι 4.000 ευρώ θα δηλωθούν στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος και κατά την εκκαθάριση θα επιμερισθούν στον κάθε ένα βάσει του εισοδήματος, συνεπώς για τον σύζυγο θα αναλογούν 2.181,82 ευρώ (4.000 χ (12.000/22.000)) και για τη σύζυγο θα αναλογούν 1.818,18 ευρώ (4.000 χ (10.000/22.000)). Συνεπώς καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών για κάθε έναν.
Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες αναμένεται να περιλαμβάνονται:
- τα είδη διατροφής
- τα οινοπνευματώδη ποτά και προϊόντα καπνού,
- τα είδη ένδυσης και υπόδησης
- οι υπηρεσίες και είδη επισκευής και συντήρησης κατοικίας,
- τα διαρκή αγαθά οικιακής χρήσης (έπιπλα, σκεύη, ηλεκτρικές ή μη οικιακές συσκευές, εργαλεία κ.λπ.),
- τα οικιακά προϊόντα καθαρισμού,
- οι οικιακές υπηρεσίες,
- οι μεταφορές πραγμάτων,
- η συντήρηση και η επισκευή μεταφορικών μέσων,
- τα ανταλλακτικά,
- τα καύσιμα και τα λιπαντικά,
- η μίσθωση ταξί,
- τα αγαθά και υπηρεσίες που έχουν σχέση με την αναψυχή και τον πολιτισμό,
- τα δίδακτρα φροντιστηρίων και ξένων γλωσσών,
- τα αγαθά και οι υπηρεσίες από καταστήματα εστίασης
- οι υπηρεσίες από ξενοδοχεία, πανσιόν, ενοικιαζόμενα δωμάτια,
- τα αγαθά και οι υπηρεσίες ατομικού ευπρεπισμού (κομμωτήρια, ινστιτούτα αισθητικής κ.λπ.),
- τα προσωπικά είδη (κοσμήματα, βρεφικά είδη, είδη καπνιστού) κ.λπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου