kathimerini.gr
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΑΚΑΣΑΣ
Τη μάχη της... βιτρίνας έδωσε φέτος η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, με στόχο στο πρώτο κουδούνι στα σχολεία της χώρας να μην υπάρξουν ελλείψεις οι οποίες θα μπορούσαν να πλήξουν την εικόνα της κυβέρνησης. Αυτό συνέβη με το περυσινό υπουργικό δίδυμο των Αριστείδη Μπαλτά - Τάσου Κουράκη, οι οποίοι άφησαν 272 σχολεία (κυρίως ακριτικών περιοχών, και αυτό εμβληματικά ενισχύει το ναυάγιο) χωρίς δάσκαλο. Φέτος, οι προσλήψεις αναπληρωτών για την κάλυψη των κενών άρχισαν νωρίς, και άρα η επιτυχία είναι δεδομένη, με τον υπουργό Νίκο Φίλη να λύνει εγκαίρως –και άρα αποτελεσματικά– τον γρίφο των κενών.
Ωστόσο, πίσω από τη βιτρίνα τι κρύβεται; Συνεχής έκπτωση της ποιότητας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, από το Νηπιαγωγείο έως και το Πανεπιστήμιο. Ενδεικτικά, η κατάργηση του «ακριβού» –λόγω ανάγκης προσλήψεων εκπαιδευτικών ειδικοτήτων– ολοήμερου σχολείου μετατρέπει το νέο ολοήμερο σε «πάρκινγκ παιδιών», τα πειραματικά σχολεία δεν θέλγουν τους γονείς όπως τα προηγούμενα χρόνια, η μείωση ωρών στο Γυμνάσιο βαφτίστηκε «ελάφρυνση του μαθητή».
Ειδικότερα, περίπου 1.335.000 μαθητές και 135.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί θα βρεθούν από αύριο πάλι στα ελληνικά σχολεία, σε μια χρονιά με πολλά προβλήματα. Βέβαια, η υλοποίηση έως τώρα πάνω από 6.000 προσλήψεων αναπληρωτών συμβάλλει στην κάλυψη των αναγκών στα μικρά μονοθέσια και διθέσια νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία. «Η πρώτη φάση των προσλήψεων είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων χρόνων, και αυτό αποτελεί θετική εξέλιξη γιατί τα κενά καλύπτονται έγκαιρα και οι αδικίες μεταξύ των αναπληρωτών περιορίζονται. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι για πρώτη φορά εφαρμόζεται η νομοθεσία και έγιναν πρώτα οι προσλήψεις στην ειδική αγωγή. Και αυτό έχει όφελος για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, διότι προσελήφθησαν εκπαιδευτικοί με τις απαραίτητες γνώσεις», ανέφερε στην «Κ» ο αιρετός στο Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΚΥΣΠΕ) Δημήτρης Μπράτης. «Φυσικά τα προβλήματα παραμένουν, αφού τα κενά είναι ακόμη χιλιάδες», προσθέτει, και οι αριθμοί τον επιβεβαιώνουν, αφού το υπουργείο έχει προγραμματίσει 20.800 πιστώσεις αναπληρωτών – αριθμός που απέχει από τις έως τώρα 6.000 προσλήψεις.
Από την άλλη, φέτος οξύνεται το ποιοτικό έλλειμμα της εκπαίδευσης. Στο Νηπιαγωγείο, «έως πέρυσι υπήρχε αναλυτικό πρόγραμμα για τις δραστηριότητες του ολοήμερου προγράμματος, από 1 μ.μ. έως 4 μ.μ.
Τώρα προβλέπεται προετοιμασία γεύματος, γεύμα, χαλάρωση, ύπνος, ελεύθερο παιχνίδι, άλλες παιδαγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες δεν θεωρούνται διδακτική ώρα. Τα περισσότερα νηπιαγωγεία δεν έχουν προδιαγραφές γι’ αυτά όταν υπάρχουν τμήματα με 20 και 25 παιδιά σε σχολικές μονάδες της Αθήνας. Ολα αυτά οδηγούν σε υποβάθμιση του παιδαγωγικού χαρακτήρα του Νηπιαγωγείου», λέει στην «Κ» έμπειρη νηπιαγωγός σε σχολείο της Αθήνας. «Μιλάμε για τετράχρονα και πεντάχρονα παιδιά, τα οποία θέλουν χρόνο για να φάνε, να καθαριστούν, να παίξουν... Από την άλλη, υπάρχει πρόβλεψη στα συστεγαζόμενα νηπιαγωγεία να οργανωθούν κοινά τμήματα υποδοχής έως τις 8.15 το πρωί, και μετά την ολοκλήρωση του βασικού προγράμματος, νέα κοινά τμήματα ολοήμερου προγράμματος μετά τη 1 μ.μ. Εξαρτάται από τον αριθμό των μαθητών. Αυτό ανοίγει τον δρόμο τη θέση του νηπιαγωγού να καταλάβει εκπαιδευτικός άλλης ειδικότητας, που πλεονάζει στο Γυμνάσιο», προσθέτει.
Στο Δημοτικό, η κατάργηση του πλούσιου (και άρα ακριβού, λόγω των αναγκών σε εκπαιδευτικούς) Ενιαίου Αναμορφωμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος, και η θεσμοθέτηση του νέου Ενιαίου Ολοήμερου Σχολείου, θεωρείται ότι οδηγεί σε υποβάθμιση των υπηρεσιών. «Ο κ. Φίλης έλαβε αποφάσεις με πρώτο κριτήριο την εξοικονόμηση προσωπικού. Ολοι κατανοούμε πως αυτό θα επηρεάσει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης», παρατηρεί στην «Κ» ο Βασίλης Παληγιάννης, αιρετός στο ΚΥΣΠΕ. Χαρακτηριστικά, το πρόγραμμα στο νέο ολοήμερο δημοτικό σχολείο θα ολοκληρώνεται 15 λεπτά νωρίτερα σε σχέση με πέρυσι, αυξάνονται τα διαλείμματα κατά 10 λεπτά, η σίτιση κατά 5 λεπτά και οι εναπομείνασες ώρες διδασκαλίας κατά 15 λεπτά. Ολα αυτά κάνουν 45 λεπτά, δηλαδή μία διδακτική ώρα.
Λιγότερες ανάγκες σε εκπαιδευτικούς θα προκύψουν και από την απόφαση ως δεύτερη ξένη γλώσσα να διδάσκεται μόνο εκείνη –μεταξύ των Γαλλικών και Γερμανικών– που θα επιλέξουν οι περισσότεροι μαθητές. Παράλληλα, καθηγητές με μειωμένο ωράριο στο Γυμνάσιο θα μπορούν να κάνουν μάθημα στο κοντινό Δημοτικό. Και όπως τονίζει ο κ. Μπράτης: «Ο νέος τύπος ολοήμερου και οι ρυθμίσεις Φίλη απαιτούν 7.000 λιγότερους εκπαιδευτικούς. Πώς αυτό αποτελεί αναβάθμιση, όπως ισχυρίζεται το υπουργείο, είναι άξιον απορίας».
Τι προβλέπεται για τα παιδιά πρόσφυγες
Μεγάλη πρόκληση για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι η ένταξη σε αυτό –από τα τέλη Σεπτεμβρίου, αρχές Οκτωβρίου– των περίπου 22.000 προσφυγόπουλων που βρίσκονται στη χώρα μας. Για τα παιδιά ηλικίας 4 έως 7 ετών θα ιδρυθούν παραρτήματα νηπιαγωγείων εντός των κέντρων φιλοξενίας. Τα παιδιά 7 έως 15 ετών θα ενταχθούν σε τάξεις υποδοχής των γειτονικών δημόσιων σχολείων (για όσα παιδιά ζουν σε νοικιασμένα διαμερίσματα) ή σε Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων (ΔΥΕΠ). Τα μαθήματα στις ΔΥΕΠ που βρίσκονται κοντά στα κέντρα φιλοξενίας, θα γίνονται καθημερινά απογευματινές ώρες (2 μ.μ. - 6 μ.μ.), και για τη σχολική χρονιά 2016-2017 θα αφορούν εντατική εκμάθηση ελληνικής και αγγλικής γλώσσας, μαθηματικών και ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οσον αφορά στα ασυνόδευτα παιδιά 14-18 ετών, θα εκπονηθεί σχέδιο ένταξής τους, εφ’ όσον αυτά το επιθυμούν, στην τεχνική εκπαίδευση.
Οπως ανέφερε, μιλώντας στην «Κ», ο κ. Γιάννης Παντής, γ.γ. του υπ. Παιδείας και επικεφαλής του σχεδίου για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων, ήδη έχουν δημιουργηθεί ΔΥΕΠ, ενώ μελετάται τυχόν επέκταση της χρηματοδότησης για την κάλυψη και άλλων αναγκών, όπως θέρμανση, βελτιώσεις σχολείων κ.λπ. Μέλημα είναι να μην επιβαρυνθεί η λειτουργία των σχολείων και προκληθούν αντιδράσεις. Αλλωστε, όπως αναφέρει το υπουργείο είναι κεφαλαιώδους σημασίας η συνεχής επικοινωνία με τους γονείς των μαθητών των σχολείων στα οποία θα λειτουργήσουν οι Τ.Υ. και οι ΔΥΕΠ, και με την τοπική κοινωνία.
Για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων θα προσληφθούν 800 αναπληρωτές εκπαιδευτικοί. Ο αριθμός είναι «αντιμετωπίσιμος» από το υπουργείο Παιδείας, αφού με τις αλλαγές στο Γυμνάσιο περιορίστηκαν και οι ανάγκες για πρόσληψη αναπληρωτών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ενδεικτικά, έγινε μείωση του εβδομαδιαίου ωραρίου από 35 σε 32 ώρες στο αναλυτικό πρόγραμμα, με συνέπεια το υπουργείο να «γλιτώνει» πάνω από 2.000 προσλήψεις. Το κέρδος ανεβαίνει σε 2.300 καθηγητές λόγω της κατάργησης των υπευθύνων εργαστηρίων πληροφορικής (3 ώρες), φυσικών επιστημών (3 ώρες) και βιβλιοθήκης (3 ώρες), ενώ θα επιστρέψουν στην Ελλάδα συνολικά 800 εκπαιδευτικοί –και στις δύο βαθμίδες– που υπηρετούσαν σε ελληνικά σχολεία του εξωτερικού. «Το υπουργείο Παιδείας δεν θα αντιμετωπίσει προβλήματα με την κάλυψη των ελλείψεων», παρατήρησε στην «Κ» ο ταμίας της ΟΛΜΕ Νικηφόρος Κωνσταντίνου. Αλλωστε, όπως προσθέτει ο ίδιος, «βασικό μέλημα για την έναρξη της χρονιάς είναι να καλυφθούν οι ελλείψεις στη “βιτρίνα”, δηλαδή το Λύκειο, όπου γονείς και παιδιά εστιάζουν στην προετοιμασία για τις πανελλαδικές εξετάσεις και δεν θέλουν να λείπει κάποιος καθηγητής».
Στην καλύτερη διαχείριση του προσωπικού θα συμβάλει και η μείωση σε τέσσερα –Νέα Ελληνικά, Μαθηματικά, Ιστορία και Φυσική– των μαθημάτων στα οποία οι μαθητές Γυμνασίου θα εξετάζονται κατά τον παραδοσιακό τρόπο στο τέλος της σχολικής χρονιάς. Για τα υπόλοιπα μαθήματα θα μετρούν τα ωριαία διαγωνίσματα και οι εργασίες. Πρόκειται για αλλαγή από την επόμενη σχολική χρονιά, που έγινε δεκτή με ιδιαίτερη ικανοποίηση από τους μαθητές. Χαμόγελα στους μαθητές φέρνει και η ανακοίνωση περί μείωσης της διδακτέας ύλης στο Γυμνάσιο έως 30% ανά μάθημα.
Οι ελλείψεις σε ΑΕΙ/ΤΕΙ και η τροπολογία
Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η έλλειψη πανεπιστημιακών στιγματίζει τα ιδρύματα. Το πρόσφατο «πάγωμα» της –μικροκομματικής κοπής, που ψηφίσθηκε «νύχτα» στη Βουλή– τροπολογίας για προαγωγή χωρίς ανοιχτές διαδικασίες του βοηθητικού επιστημονικού προσωπικού σε θέση πανεπιστημιακών (λεκτόρων) κρίθηκε απαραίτητο. Μάλιστα, το «πάγωμα» αποτέλεσε αφορμή για σχόλια περί πολιτικής ασυνεννοησίας ανάμεσα στον κ. Φίλη και την αναπληρώτριά του, αρμόδια για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, Σία Αναγνωστοπούλου. «Οι ίδιοι κατάλαβαν ότι ήταν μία εμβαλωματική λύση. Το προσωπικό αυτό είναι απαραίτητο στη θέση που έχει σήμερα», παρατηρεί στην «Κ» το μέλος της ηγεσίας της ομοσπονδίας πανεπιστημιακών ΠΟΣΔΕΠ, Ευγενία Μπουρνόβα. Και τονίζει: «Αυτό που επείγει είναι να προχωρήσει η αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με συγχωνεύσεις ΑΕΙ/ΤΕΙ και ερευνητικών κέντρων σε επίπεδο περιφέρειας. Παρότι ο Τομέας Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε τη δημιουργία νέων ΑΕΙ σε κάθε πόλη, σήμερα αναζητεί δικαιολογίες για να μην προχωρήσει σε συγχωνεύσεις, υπό τον φόβο της ανάληψης του πολιτικού κόστους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου