Καλοδεχούμενη η κριτική αλλά...
δεν πείθονται οι πολίτες. Η αυτοκριτική πάντοτε προηγείται της κριτικής. Εξάλλου το μήνυμα του λαού το πήρατε. Κανείς/καμία από τους υπουργούς παιδείας περιόδου 2004-2015 δεν εκλέχθηκε βουλευτής!
Κυρίες, ως υπουργοί παιδείας, περιφρονήσατε τα λόγια του Αριστοτέλη με αποτέλεσμα να έχετε απέναντί σας εκπαιδευτικούς και μαθητές!
Εύχομαι το 2018 να είναι πιο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ
Άποψη: Η αναζήτηση του αυτονόητου
kathimerini.gr
Τα τελευταία χρόνια η επίκληση της Παιδείας και της εκπαίδευσης ως μοχλού ανάπτυξης της χώρας προέρχεται από όλες τις πολιτικές πλευρές. Μάλλον, όμως, δεν εννοούν όλοι το ίδιο, ούτε ως προς το περιεχόμενο της εκπαίδευσης και Παιδείας ούτε ως προς το είδος της ανάπτυξης. Φαίνεται ότι η διάσταση απόψεων γύρω από το ζήτημα παραμένει ενεργός και επηρεάζει επομένως τις πολιτικές αποφάσεις. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που απέμεινε με τόση μεγάλη απόκλιση σε εκτιμήσεις και σχεδιασμούς των πολιτικών δυνάμεων γύρω από το θέμα. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι ανέκαθεν η εκπαίδευση έπαιζε σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και οικονομική άνοδο των νέων, όπως όλες οι πλευρές αναγνωρίζουν.
Η σύγκρουση των διαφόρων πλευρών επικεντρώνεται κυρίως στην ανώτατη εκπαίδευση και στο αν αυτή έχει ως αποκλειστικό στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση ή μόνο τη γνώση σε απόσταση από τα κοινωνικά και οικονομικά τεκταινόμενα. Δίλημμα πραγματικό δεν υπάρχει σε καμία χώρα του κόσμου, πλην Ελλάδος. Κατά καιρούς, έχουμε διακριθεί στην Ιστορία μας για διάφορες παγκόσμιες πρωτοτυπίες τις οποίες και πληρώσαμε αναλόγως. Η αλήθεια είναι ότι ο ανώτατος χώρος εκπαίδευσης αποτελεί σύστημα αυστηρά επικεντρωμένο στην έρευνα και στην επιστήμη και έχει τη δική του αυταξία. Δεν είναι, όμως, δυνατόν αυτό να εμποδίζει την κοινωνία και την οικονομία από το να ωφεληθούν στο σύνολό τους από τις ικανότητες και τη γνώση που απέκτησαν οι νέοι σπουδάζοντας.
Η κοινωνία μας έχει επενδύσει στους νέους, θυσιάζοντας μάλιστα και άλλες προτεραιότητες και είναι ανεπίτρεπτο να μην πάρει πίσω τους καρπούς από αυτή την επένδυση. Ενας μηχανισμός feedback μεταξύ ανώτατης εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας είναι ο καλύτερος τρόπος για να ενισχυθεί και η αξιοκρατία και να δημιουργηθούν κίνητρα για την αναζήτηση νέας γνώσης και επιχειρηματικότητας. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι: προς τι η διένεξη μεταξύ των δύο πολιτικών ρευμάτων, αφού την απάντηση δίνει η κοινή λογική; Πολιτικοί προφανώς οι λόγοι. Στη χώρα μας, ο όρος «πολιτικός» έχει συνδεθεί από κάποιους με την αυθαιρεσία. Οταν δεν μπορούμε να εξηγήσουμε λογικά ορισμένες ενέργειες, λέμε ότι το θέμα είναι πολιτικό. Μόνο που η πολιτική στην εποχή μας είναι σχεδόν επιστημονική υπόθεση και οι αποκλίσεις πληρώνονται ακριβά.
Η χώρα μας είναι μικρή και το συγκριτικό της πλεονέκτημα πέρα από τη χαρισματικότητα του τοπίου και την ομορφιά της, είναι οι άνθρωποί της και το μυαλό τους. Δεν είμαστε βέβαια οι πιο έξυπνοι του κόσμου όπως ορισμένοι νομίζουν, ενθυμούμενοι το ιστορικό ελληνικό παρελθόν. Είμαστε όμως Ελληνες Ευρωπαίοι, από τη δημιουργία του κράτους μας ανήκαμε στη Δύση, είμαστε εύστροφοι, διαθέτουμε καλούς επιστήμονες εντός κι εκτός Ελλάδος, ικανοί στη δημιουργία μικρών επιχειρήσεων και το εμπόριο και καλοί στη συνεργασία ιδίως όταν είμαστε στο εξωτερικό. Ζούμε υπό συνθήκες διάχυσης της γνώσης και συμμετοχής στα μέσα διάδοσής της και μπορούμε να επωφεληθούμε από τις καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες.
Ωστόσο, οι ιδιοτυπίες δεν μας εγκαταλείπουν. Πολλοί από τους χώρους ανώτατης εκπαίδευσης τελούν υπό καθεστώς ανομίας και αθλιότητας, εξαιτίας μειοψηφιών, φοιτητών ή μη και αδιαφορίας του κράτους. Στις σχολές φοιτούν βέβαια τα παιδιά του χειμαζόμενου ελληνικού λαού, που με μεγάλες θυσίες στην εποχή της κρίσης, εξασφαλίζει τα οικονομικά μέσα στα παιδιά του με την ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος. Οσοι έχουν τα οικονομικά μέσα μπορούν να εξασφαλίσουν στα παιδιά τους σπουδές εκτός Ελλάδος. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι οι πάσης προελεύσεως προβληματικές ομάδες που καταστρέφουν, εμποδίζουν τη φοίτηση και δρουν ανεξέλεγκτα, είναι εχθροί του λαού. Ως γνωστόν, οι λαοί οφείλουν να αντιμετωπίζουν τους εχθρούς τους προστατεύοντας την πατρίδα τους. Πατρίδα φυσικά δεν είναι μόνο ο γεωγραφικός χώρος, αλλά κυρίως οι πολίτες που έχουν δικαιώματα και εκπληρώνουν υποχρεώσεις.
Οσο η κατάσταση αυτή συνεχίζεται και οι παρανομούντες ευημερούν τόσο ο αριθμός τους θα πολλαπλασιάζεται με ταχύτητα και η αντιμετώπιση θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Η κοινωνική συγκρότηση θα υπολείπεται όσο οι νησίδες ανομίας και εγκληματικής συμπεριφοράς θα διευρύνονται. Ως γνωστόν, ο άνθρωπος είναι το αγριότερο των ζώων. Μόνο η κοινωνική συγκρότηση διασφαλίζει τα δικαιώματα του, επιβάλλει τις υποχρεώσεις του και προστατεύει την έννοια της δημοκρατίας. Το τελικό ερώτημα είναι αν η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει υπό τις παραπάνω συνθήκες.
* Η κ. Μαριέττα Γιαννάκου διετέλεσε υπουργός Παιδείας.
Άποψη: Εγκλωβισμένοι στο «προχθές»
Στην Εσθονία! Εκεί ίδρυσε επιχείρηση σε μία ώρα παίρνοντας ψηφιακό κωδικό ένας νεαρός Ελληνας, όπως και χιλιάδες Ευρωπαίοι. Καθόλου τυχαίο. Αρχές του 2000 ο νεαρός τότε πρωθυπουργός της Εσθονίας μου έδειξε το τραπέζι του υπουργικού συμβουλίου στο οποίο ήταν ενσωματωμένοι υπολογιστές στις θέσεις των υπουργών. «Οι υπουργοί είχαν δύο μήνες καιρό να μάθουν να επικοινωνούν μεταξύ τους και με τον πρωθυπουργό μόνον ηλεκτρονικά». Αυτό σήμαινε ότι όλη η ιεραρχία της διοίκησης έπρεπε να προσαρμοσθεί ή να φύγει. Η χώρα είχε εθνικό στόχο να πρωτοπορήσει στην παιδεία και στην ψηφιακή εποχή. Μία μικρή χώρα, με παλαιού τύπου σοβιετικές δομές και κατεστραμμένη οικονομία, σήμερα αποτελεί πρότυπο στον ψηφιακό τομέα και είναι η τρίτη στην παγκόσμια εκπαιδευτική αξιολόγηση PISA.
Αντίστοιχα στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, στην πιο δύσκολη στιγμή μιας καθημαγμένης οικονομίας αλλά στη στροφή της ιστορίας για μια νέα εποχή, ένας νεαρός πρωθυπουργός τοποθετεί «μαρξιστές» υπουργούς Παιδείας και κοιτά πίσω στον 20ό αιώνα. Ο 21ος αιώνας μπήκε φέρνοντας μαζί του νέα κύματα παγκόσμιας καινοτομίας. Από την ψηφιακή εποχή μπήκαμε στην εποχή της αυτοματοποίησης, που ήδη αλλάζει με ταχύτητα οικονομίες και κοινωνίες. Οι χώρες που δεν θα αδράξουν τη στιγμή θα περιθωριοποιηθούν. Ο πυρήνας της προσαρμογής στο μέλλον είναι το εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες του τις εκφάνσεις με πυρήνα το δημόσιο ΑΕΙ. Και αυτό γιατί η ανώτατη εκπαίδευση παράγει τους εκπαιδευτικούς και όλους τους ηγέτες με την κουλτούρα και τις δεξιότητες του αύριο. Σ’ αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι που η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει θεμελιωδώς το εκπαιδευτικό της σύστημα, βρισκόμαστε μπροστά σε τεράστιες δυσκολίες.
Θα σταθώ σε τρία ζητήματα: Το πρώτο είναι η έλλειψη διατυπωμένου εθνικού στόχου, που θα έπρεπε να είναι η ψηφιακή πρωτοπορία σε διεθνές επίπεδο. Η έλλειψη όμως συνολικού εθνικού αφηγήματος αποπροσανατολίζει και τις επιλογές στην παιδεία. Το δεύτερο θέμα, όχι μόνο ελληνικό, είναι ότι, ενώ αυξάνεται η ζήτηση για φοίτηση στα ΑΕΙ, αυξάνεται συνεχώς το κόστος σπουδών και ταυτόχρονα μειώνονται τα κονδύλια για την παιδεία (Ελλάδα: 19% για συντάξεις, 3,8% για την παιδεία). Πως αντιμετωπίζεται; Ο λαϊκισμός απαντά με «λίγο - δήθεν πανεπιστήμιο σε όλους» και ανώτατη παιδεία χαμηλής ποιότητας, η οποία αυξάνει τις ανισότητες δίνοντας δυνατότητες επιλογής και εξέλιξης μόνο σε όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα. Αφήνοντας τους υπολοίπους με «χαρτιά» χωρίς αντίκρισμα στην αγορά εργασίας και τη χώρα χωρίς αναπτυξιακή προοπτική. Ισα επιδόματα αντί για ίσες ευκαιρίες για νέους!
Αντιθέτως, η υψηλής ποιότητας ανώτατη παιδεία για όσους θέλουν και προσπαθούν απαιτεί στόχο, προδιαγραφές, αυστηρή αξιολόγηση (ποσοστά ολοκλήρωσης σπουδών, δημοσιευμένο έργο, διδακτική αποτελεσματικότητα καθηγητών) και προσέλκυση πόρων από φοιτητές εξωτερικού, επιχειρήσεις συνεργαζόμενες με ΑΕΙ και ιδιώτες. Τεκμηρίωση σημαίνει συστηματική παρακολούθηση στατιστικών, όπως πόσοι φοιτητές παρακολουθούν μαθήματα, πόσοι μετεγγράφονται, πόσοι αποφοιτούν σε 5, 6 ή 8 χρόνια, ποιος ο αριθμός των διδασκόντων κ.λπ.
Τρίτο θέμα είναι η οργάνωση των ΑΕΙ. Στην Ελλάδα είναι δαιδαλώδης, υπουργοκεντρική και γραφειοκρατική με την αναρχία να αποτελεί «δημοκρατική αρετή». Μοντέλο που υπηρετεί τη λογική του κομματάρχη υπουργού που αποφασίζει με βάση το κομματικό συμφέρον και τις επόμενες εκλογές. Η αυτονομία, η λογοδοσία και η κανονικότητα λειτουργίας των ΑΕΙ αποτελούν τις βασικές αρχές του εκπαιδευτικού υποδείγματος.
Πού βαδίζουμε, λοιπόν, σήμερα; Το νεοπελατειακό σύστημα του κ. Τσίπρα στη λογική της αντιμεταρρύθμισης νομιμοποίησε τη βία και επανέφερε τον δημόσιο διάλογο στα ζητήματα της πελατειακής μάστιγας των πανεπιστημίων: «αιώνιοι» φοιτητές, μετεγγραφές στη μέση της χρονιάς, ΤΕΙ που γίνονται πανεπιστήμια με ανακοίνωση του πρωθυπουργού χωρίς μελέτη, χωρίς αξιολόγηση, ελεύθερη είσοδος όλων στα ΑΕΙ, των οποίων οι προϋπολογισμοί καταρρέουν, γενικευμένη αναρχία.
Καθένα από τα παραπάνω ζητήματα αφορούν άμεσα χιλιάδες ψηφοφόρους (εξ ου και οι χαλαρές αντιδράσεις των άλλων κομμάτων), ικανοποιούν ένα εξαιρετικά βραχυπρόθεσμο συμφέρον και τινάζουν στον αέρα το μέλλον της χώρας. Σ’ αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να ομφαλοσκοπεί γύρω από διακυβεύματα του προχθές.
* Η κ. Αννα Διαμαντοπούλου είναι πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώην υπουργός Παιδείας, πρώην επίτροπος Ε.Ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου