Χάρης Πίσχος, Ψυχολόγος - Υπαρξιακός Συστημικός Ψυχοθεραπευτής
Ποια είναι άραγε η πρώτη σκέψη που μας έρχεται στο μυαλό όταν ακούμε τη λέξη «όρια»; Αυθόρμητα θα μας έρθει η απαγόρευση, ο περιορισμός, η άρνηση σε κάτι που επιθυμούμε αλλά δεν μπορούμε να έχουμε. Και γιατί γίνεται αυτό;
Γιατί κάποιος ή κάτι έχει βάλει όρια στην επιθυμία μας. Φανταστείτε λοιπόν ότι αν είναι απογοητευτικό για τους ενήλικες να βάζουν όρια στις επιθυμίες τους, πόσο μάλλον για τα παιδιά ειδικά όταν βρίσκονται σε αναπτυξιακή φάση που περικλείεται από έντονο συναισθηματισμό, αυθορμητισμό και παρορμητισμό για ικανοποίηση των επιθυμιών τους. Και μετά σκεφτείτε τους γονείς τους, που καλούνται να εφαρμόσουν και να στηρίξουν αυτά τα όρια στα παιδιά τους. Όχι και ό,τι πιο εύκολο.
Κάθε μέρα, αμέτρητες φορές ο γονιός θα προσπαθήσει να βάλει όρια στο παιδί του. Ενώ παλιότερα η πειθαρχία εμφανίζονταν να έχει πολύ στενή σχέση με την τιμωρία, σήμερα συνδέουμε την οριοθέτηση με την πειθαρχία και την μετάδοση αξιών και γνώσεων στα παιδιά για να έχουν αρμονική σχέση με το κοινωνικό τους περιβάλλον.
Όταν οι γονείς θέτουν όρια, δεν επιβάλλουν στα παιδιά τους τι να πουν ή πως να συμπεριφερθούν μόνο, αλλά πώς να αναγνωρίζουν τις παρορμήσεις και το άγχος τους. Τα όρια με αυτόν τον τρόπο, εσωτερικεύονται στο παιδί και το κάνουν να νιώθει περισσότερη ασφάλεια. Για αυτό είναι σημαντικό να ξεκινήσει η οριοθέτηση από νωρίς.
Αν θέλουμε να αποσαφηνίσουμε την έννοια όρια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι κανόνες και διεργασίες που ορίζονται από τις αξίες της οικογένειας και που επιτελούνται μέσα από ορισμένους ρόλους με τη στάση και τη συμπεριφορά των γονέων.
Θέτοντας τις βασικές αρχές οριοθέτησης, θα μετατρέπαμε παρελθοντικά στερεότυπα και απόλυτους απολιθωμένους κανόνες, σε οικογενειακές αξίες και στάσεις που συμβαδίζουν με τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού. Η τιμωρία, όπως την έχουν γνωρίσει οι περισσότεροι γονείς όταν ήταν παιδιά, δεν έχει θέση στο σήμερα, αν επιθυμούν φυσικά τα παιδιά τους να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες με συναίσθηση του εαυτού τους και αντίληψη της κοινωνικής πραγματικότητας.
Επομένως οι βασικές αρχές της οριοθέτησης αναφέρονται στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού στην ολιστική του μορφή, μέσα από εξατομικευμένη αντιμετώπιση και προσαρμοστικότητα στο κάθε αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού. Η αποδοχή, η δημοκρατική συμπεριφορά, ο έλεγχος και η εμπιστοσύνη αποτελούν την αφετηρία για την ασφαλή οριοθέτηση του παιδιού.
Η οριοθέτηση δεν είναι ωφέλιμη και αναγκαία μόνο για τα παιδιά αλλά και για όλο το οικογενειακό σύστημα. Είναι πολύ σημαντική για τη διαμόρφωση της ταυτότητας όλων των μελών του οικογενειακού συστήματος, για την κατανόηση των ρόλων τους και την ανάδειξη της εμπιστοσύνης προς τους ίδιους.
Η οριοθέτηση βοηθά τους γονείς να ισχυροποιήσουν την προσωπικότητά και το ρόλο τους, να ενισχύσουν τις αξίες και τις στάσεις τους απέναντι στη ζωή και να μπορέσουν να μεταδώσουν όλα αυτά με ένα τρόπο που να μπορεί με ασφάλεια να τροποποιεί κάθε φορά τα χαρακτηριστικά των μελών της οικογένειας. Τα όρια συντελούν στο να υπάρχει ομαλότητα στην επικοινωνία, στις σχέσεις και στην αλληλεπίδραση, βοηθάνε την οικογένεια να μπορεί να αντιμετωπίζει κάθε δυσκολία που προκύπτει και οι κανόνες να μπαίνουν με ένα τρόπο κατανοητό και άμεσο έτσι ώστε η οριοθέτηση να ωφελεί την οικογένεια να ανατρέχει σε αυτούς με ασφάλεια όταν υπάρξει κάποιο πρόβλημα στις σχέσεις.
Για την οριοθέτηση δεν υπάρχει ένας και μοναδικός οδηγός
Η συμμετοχή των γονέων στην οριοθέτηση του παιδιού, εξαρτάται από το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται. Σε κάθε στάδιο, το παιδί έχει διαφορετικές ανάγκες, με ορισμένα κύρια χαρακτηριστικά να είναι όμως κοινά. Αυτά τα στοιχεία που χρειάζεται να έχουν οι γονείς αναφέρονται στη σταθερότητα και στην συνέπεια που θα επιδείξουν σε κάθε περίπτωση που οριοθετούν το παιδί τους.
Η επιμονή τους στις οικογενειακές αρχές και αξίες, η ανάπτυξη του διαλόγου με επιχειρήματα προς τα παιδιά, από σχετικά μικρή ηλικία όπως και η χρήση φυσικών και λογικών συνεπειών αντί για τιμωρία, είναι σημαντικοί και διαχρονικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην ομαλή οριοθέτηση του παιδιού. Ο δημοκρατικός τρόπος διαπαιδαγώγησης των γονέων, οδηγεί τα παιδιά σε συναισθηματική σταθερότητα, κοινωνικότητα, δημιουργικότητα και φιλική διάθεση προς το περιβάλλον τους.
Πόσο εύκολο είναι όμως για τους γονείς να προσπαθούν να μεταδώσουν τα όρια όταν είναι τόσο συναισθηματικά εμπλεκόμενοι στο οικογενειακό σύστημα; Καθόλου εύκολο, για αυτό και η οριοθέτηση δεν είναι εύκολη, ούτε επιτυγχάνεται από τη μία μέρα στην άλλη. Οι γονείς για να πετύχουν το στόχο τους, χρειάζεται να είναι πλήρως συνειδητοποιημένοι για το ρόλο και την ευθύνη τους. Να ξέρουν για ποιο λόγο έχουν γίνει γονείς. Ανασφαλείς και ενοχικοί γονείς δεν μπορούν να βοηθήσουν το παιδί. Σε αυτή την αγωνία τους να προσφέρουν και να δείξουν ότι είναι καλοί γονείς, μπαίνουν να παγιδευτούν στην υπερπροστασία των παιδιών και να γίνουν υπηρέτες αυτών.
Με αυτό τον τρόπο, όμως πετυχαίνουν μόνο να πάρουν την ευθύνη από τα παιδιά, να έχουν τον έλεγχο για ό,τι κάνουν θέλοντας να δείξουν στο περιβάλλον τους ότι πραγματικά έχουν καταφέρει το ρόλο τους ως γονείς. Η πρόθεση είναι φυσικά καλή, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους γονείς για το αντίθετο. Τη στιγμή όμως που επιχειρούν να περάσουν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που έχουν μάθει, προσπαθούν τόσο πολύ, που το κάνουν με ένα τρόπο άγνωστο σε αυτούς με συνέπεια να έρχονται τα αντίθετα αποτελέσματα. Αυτό γίνεται γιατί δεν έχουν κατακτήσει συναισθηματικά τον τρόπο και απλά τον έχουν υιοθετήσει.
Όταν τα όρια είναι ξεκάθαρα και εκφράζονται με σταθερότητα, δεν μπορεί παρά να παρέχουν ασφάλεια στο παιδί. Μαθαίνει να γίνεται υπεύθυνο απέναντι στις κοινωνικές απαιτήσεις και να χτίζει εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Διαμορφώνει ταυτότητα και καθαρή εικόνα για το ποιος είναι και τι ζητάει από τον εαυτό του. Ωριμάζει μέσα από συνθήκες αυτονομίας και ανεξαρτησίας που οι ίδιοι οι γονείς του έχουν προσφέρει και έτσι είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τους κανόνες της κοινωνίας στην ενήλικη φάση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου