ΑΡΓΟΣ ΟΡΕΣΤΙΚΟΝ

ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΟΡΕΣΤΙΔΟΣ

ΣΧΟΛΙΚΑ ΓΕΥΜΑΤΑ = ΦΤΩΧΟΠΟΙΗΣΗ

Οι 300 βουλευτές δεν είναι σπατάλη για τη μικρή και πολύπαθη χώρα μας!!

Πότε, λοιπόν, θα μειωθεί ο αριθμός των Βουλευτών;


ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Αγαπητοί επισκέπτες του ιστολογίου μας,

Πολλές δημοσιεύσεις-αναρτήσεις μας (κείμενα-φωτογραφίες), είναι πρωτότυπες. Υπάρχουν και αναδημοσιευμένες για τις οποίες αναφέρεται η πηγή.

Επιτρέπεται η χρήση των κειμένων και των φωτογραφιών μας αρκεί να αναφέρεται η πηγή προέλευσης. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπουμε τη χρήση αυτών για εμπορικούς σκοπούς.

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025


kathimerini.gr
*Τάσος Σακελλαρόπουλος

Στις ιδιαιτέρως ταραγμένες ημέρες των πολιτικών συγκρούσεων στη Βουλή στο πρώτο εξάμηνο του 1989, εν τω μέσω μεγάλης πολιτικής ρευστότητας, της βαρύτατης ασθένειας του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και του σφύζοντος σκανδάλου με την Τράπεζα Κρήτης, ο Α. Παπανδρέου αντεπιτίθεται στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, επικαλούμενος τον ρόλο του τελευταίου στην κρίση του Ιουλίου 1965 και ορίζοντας τα Ιουλιανά (Αποστασία τα αποκάλεσε) ως αφετηρία της οδού προς τη χούντα του 1967.

Είκοσι τέσσερα χρόνια μετά το 1965 και δεκαπέντε χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας, ο λαοπρόβλητος ηγέτης της «Αλλαγής» του 1981, ο Αντρέας του 1964, επιλέγει να αμυνθεί της παράταξής του, που βρισκόταν στα «σχοινιά» του πολιτικού ρινγκ, με την αναφορά στην «αποστασία» και με το να κλείσει τον λόγο του με την καταληκτική φράση, απευθυνόμενος απαξιωτικά στον Κ. Μητσοτάκη, «Καληνύχτα σας».

Τι ήταν εκείνο που έδινε ακόμη και το 1989 στην «αποστασία» ένα τέτοιο καθοριστικό βάρος, που να θεωρείται από τον κεντρώο και τον κεντροαριστερό χώρο ως το σημείο καμπής για τη μετεμφυλιακή (αρνητική) τύχη της Ελλάδας; Το βάρος οφειλόταν στην άρρηκτη σύνδεση που αποδόθηκε στην «αποστασία» και στην πτώση της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, με την αστάθεια που ακολούθησε και στα σταδιακά βήματα προς την καταστροφική δικτατορία του 1967.

Ευφυώς και τεκμηριωμένα, ο Αλέξης Παπαχελάς, στο ιδιαιτέρως ουσιαστικό ντοκιμαντέρ «Σκοτεινή δεκαετία 1964-1974», τοποθετεί την αφετηρία της χούντας και της τραγωδίας της Κύπρου από το 1964.

Το έτος εκείνο επέρχεται η μεγάλη ανατροπή του μετεμφυλιακού κατεστημένου με τη δυσκολότατη εκλογική νίκη της Ενώσεως Κέντρου στις 16 Φεβρουαρίου 1964. Νίκη με 52,72% και 171 βουλευτές που όμως συνάντησε ανυπέρβλητες δυσκολίες στην κάθε κυβερνητική εφαρμογή, λόγω της άρνησης στην αποδοχή της εναλλαγής στην εξουσία (μέσω εκλογών βεβαίως) από το παγιωμένο έως τότε κυβερνητικό πλαίσιο των ανακτόρων.

Δημόσιος τομέας, οικονομική πολιτική, στρατός και η πολιτική του παρέμβαση, αστυνομία, χωροφυλακή και η βίαιη καταστολή από αυτές, κοινωνική πολιτική, παιδεία, δικαιοσύνη, εκπαίδευση, δημοτική γλώσσα, συνδικαλισμός, ήταν ένα μέρος των επισήμων και ανεπισήμων πεδίων όπου η Ενωση Κέντρου σκόπευε να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, για την εξαγγελία των οποίων προφανώς ψηφίστηκε.

Ψηφίστηκε για να δοθούν περιθώρια πολιτικής έκφρασης και σε όσους ήταν ιστορικά συνδεδεμένοι με τον πολυπληθή δημοκρατικό χώρο, εκτός του κυρίαρχου φιλοβασιλικού πλαισίου. Ψηφίστηκε γιατί το μετεμφυλιακό κράτος, ως «ιδιοκτήτης» των πάντων και ως συνεργάτης του παρακράτους, «τσουβάλιαζε» κάθε κεντρώα φωνή που έκανε κριτική στη βαριά και άδικη πολιτική καταστολή, ως ενισχυτικό στοιχείο του υποτιθέμενου κομμουνιστικού κινδύνου.

Όταν αναλαμβάνει (θεωρητικά) την εξουσία η Ένωση Κέντρου ήταν απούσες οι πολιτικές προσωπικότητες που έδιναν, ως αντίβαρα, μια σταθερότητα και περιόριζαν την ακραία συγκρουσιακότητα των δύο αστικών παρατάξεων.

Απών ήταν ως αυτοεξόριστος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά την ήττα της ΕΡΕ τον Νοέμβριο 1963, νεκρός ο Σοφοκλής Βενιζέλος στις 7 Φεβρουαρίου 1964, μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές, νεκρός και ο βασιλιάς Παύλος 6 Μαρτίου 1964, τρεις εβδομάδες μετά τις εκλογές.

Μια νέα μεταρρυθμιστική κυβέρνηση, με μια δυναμική νεολαία στο πλευρό της, μια τραυματισμένη αντιπολίτευση χωρίς τον φυσικό πολιτικό και χωρίς τον πολιτειακό της ηγέτη, ένα κυρίαρχο παρακράτος και ένας βασιλιάς είκοσι τεσσάρων ετών που επέλεγε να κινηθεί κυρίως κοσμικά και καταστροφικά συνωμοτικά, χωρίς ίχνος, τελικά, σεβασμού στη λαϊκή ετυμηγορία που έφερε θριαμβευτικά το αποκλεισμένο έως τότε, άλλο αστικό κόμμα, ως νικητή των εκλογών.

Εκτός όμως της σύγκρουσης μεταξύ των εύλογων επιθυμιών και αναγκών των ακυρωμένων κεντρώων πολιτών για μεταρρυθμίσεις και των σκληρών αντιδράσεων του κατεστημένου, η καταστροφή και η ανατροπή επήλθαν από τις ευάλωτες ισορροπίες στο εσωτερικό της Ενώσεως Κέντρου. Στους μόλις δεκαοκτώ μήνες της δύσκολης διακυβέρνησης (Φεβρουάριος 1964 – Ιούλιος 1965) η κεντρώα κυβέρνηση προχώρησε σε επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις. Μεταξύ άλλων στην εκπαίδευση με τις προτάσεις του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και στην αποστολή της «κρυφής» ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο για την ενίσχυση του εκεί ελληνικού πλαισίου. Η επιλογή αυτών των δύο άσχετων φαινομενικά κυβερνητικών πρωτοβουλιών ορίζει το εύρος των αναγκών αλλά και το θάρρος των μεταρρυθμίσεων.

Ωστόσο η απουσία του Σοφοκλή Βενιζέλου και η απελευθέρωση φιλοδοξιών στο βενιζελικό πλαίσιο του κόμματος επέτρεπαν σε ισχυρές προσωπικότητες όπως ο Κων. Μητσοτάκης να υπολογίζουν και όχι άδικα, ότι αποτελούσαν τη διάδοχη κατάσταση στην ηγεσία του Γ. Παπανδρέου.

Σε αυτό το πολυπαραγοντικό κομματικό πλαίσιο συμμετέχει με δυναμικό τρόπο και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Γιος του πρωθυπουργού, φρέσκος έπειτα από δεκαετίες ακαδημαϊκής καριέρας στις ΗΠΑ, ανατρεπτικός και συγκρουσιακός στις προτάσεις του, συσπειρώνει γύρω του το πολιτικά ανικανοποίητο, που υποχρεωτικά θα δημιουργούσαν τα εμπόδια που το κατεστημένο έθετε στην κεντρώα κυβέρνηση.

Εάν θέταμε τη ρίζα του κακού της «αποστασίας» και όσων ακολούθησαν μόνο στη φιλοδοξία των δύο πρωταγωνιστών της κεντρώας κυβέρνησης, θα παραβλέπαμε την κατάφωρη παραβίαση της νωπής λαϊκής εντολής εκ μέρους όσων βουλευτών τελικά εγκατέλειψαν την κυβερνητική πλειοψηφία.

Οι τριάντα εννέα βουλευτές επί των εκατόν εβδομήντα ενός, που προκάλεσαν την πτώση και που μαζί με τους βουλευτές της ΕΡΕ στήριξαν αδύναμες και μη νομιμοποιημένες πολιτικά λύσεις, δεν απηλλάγησαν από τη βαριά ευθύνη της ανατροπής της ελπιδοφόρου κυβέρνησης, που θα τους απέδιδε σταθερά το Κέντρο και η Κεντροαριστερά.

Κρίκος λοιπόν τα Ιουλιανά στα μετεμφυλιακά αδιέξοδα ή η αρχή της πορείας προς τη δικτατορία. Ηταν και τα δύο. Κυρίως όμως αποτέλεσαν την ακύρωση της δημοκρατικής εξέλιξης, επιβεβαιώνοντας ότι η πολιτική δεν αφορά τη διαχείριση της εξουσίας αλλά τις ανάγκες των πολιτών. Η απαξίωση αυτού οδηγεί σε καταστροφές.

*Ο κ. Τάσος Σακελλαρόπουλος είναι ιστορικός, υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: